Το Σάββατο γίνεται λαϊκή κοντά στο σπίτι μου και η επίσκεψή μου σε αυτή είναι από τις αγαπημένες μου συνήθειες.
Μου αρέσει ιδιαίτερα αυτό το συνονθύλευμα ανθρώπων, λαχανικών, μυρωδιών, φωνών και συμπεριφορών !
Συνήθως έχω μια λίστα μαζί μου με τα άκρως απαραίτητα, αλλά μου αρέσει στην αρχή να περπατάω σε όλη τη λαϊκή, να πάρω μια ιδέα των εποχιακών λαχανικών αλλά και των τιμών και μετά να ψωνίζω.
Όποτε έχω χρόνο, κάθομαι σε κάποιον από τους πιο γνωστούς μου να πούμε τα νέα μας. Και όταν εξυπηρετούν τους πελάτες τους, μου αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους και τις συμπεριφορές τους. Πως απευθύνονται στους ανθρώπους της λαϊκής, πως δοκιμάζουν ή αγγίζουν τα λαχανικά, πως δίνουν χρήματα και παίρνουν ρέστα, πως συμπεριφέρονται στους υπόλοιπους ανθρώπους.
Έτσι και αυτό το Σάββατο, πήρα το καρότσι μου και ξεκίνησα. Έκανα τη βόλτα μου κατευθύνθηκα προς τον Λευτέρη και την Σταυρούλα, με τους ξηρούς καρπούς, τα μπαχαρικά και τα λουκούμια. Μόλις με πήρε χαμπάρι ο Λευτέρης, κοίταξε το ρολόι του και άρχισε να γελάει.
- “Νίκο, πρωϊ μου είχες πει ότι θα έρθεις. 10:20 είναι μεσημέρι πλέον” και συνέχισε να γελάει
- “Καλημέρα Λευτέρη ! Έγραφα κάτι και με πήρε λίγο η ώρα”.
- “Καλημέρα Σταυρούλα !” χαιρέτησα την αεικίνητη σύζυγό του
- “Καλημέρα Χριστίνα” χαιρέτησα και την κοπέλα στον δίπλα πάγκο, που θα έπαιρνα μετά τα παντζάρια, τα καρότα και το μαρούλι μου.
- “Καλημέρα Νίκο” μου αντιγύρισε η πάντα χαμογελαστή Χριστίνα.
Καθίσαμε πίσω από τον πάγκο, εκεί που συνόρευε με τον πάγκο της Χριστίνας και αρχίσαμε να λέμε τα νέα της βδομάδας.
Κάποια στιγμή που ο Λευτέρης και η Σταυρούλα εξυπηρετούσαν πελάτες, καθόμουν μόνος μου και άθελά μου άκουσα την ακόλουθη στιχομυθία από δύο πελάτες.
- Τα βλέπεις ; Η κοπέλα να βγάζει όλη τη δουλειά και αυτός να κάθεται απέναντι, να πίνει καφέ και να γελάει.
- Τα βλέπω. Αφού τον ανέχεται, κακό του κεφαλιού της.
Οι δύο άνθρωποι μίλαγαν και κοίταγαν μια προς την Χριστίνα και μια προς τον άντρα της τον Μάρκο, που όντως ήταν σε ένα φίλο του στον απέναντι πάγκο και γέλαγαν με κάτι.
Πάγωσα προς στιγμής. Στεναχωρήθηκα. Ένοιωσα ότι γινόταν κάτι πολύ άδικο.
Η Χριστίνα και ο Μάρκος είναι και αυτοί από τους ανθρώπους που συμπαθώ πολύ και τους γνωρίζω οικογενειακώς, μιας και με έχουν τιμήσει και έχω πάει και στο σπίτι τους στο Χιλιομόδι.
Και γνωρίζω, πόσο δεμένο και αρμονικό ζευγάρι είναι.
4 μέρες τη βδομάδα, ο Μάρκος φορτώνει αξημέρωτα το αυτοκίνητό τους με τα λαχανικά τους, οδηγεί μέχρι την κάθε λαϊκή, στήνει τον πάγκο, τις τέντες και απλώνει τα λαχανικά.
Η Χριστίνα ξεκουράζεται στο αυτοκίνητο και αναλαμβάνει δράση κατά τις 7:30 που ξεκινάει η κίνηση. Της αρέσει η επικοινωνία με τον κόσμο, είναι πάντα χαμογελαστή και ετοιμόλογη.
Ο Μάρκος, πιο εσωστρεφής, κάποιες ώρες εξυπηρετεί και κάποιες στιγμές ξεκουράζεται, ώστε το μεσημέρι, να ξεστήσει, να μαζέψει όλα τα πράγματα και να επιστρέψουν με ασφάλεια στο σπίτι και τα παιδιά τους.
Αναστέναξα.
Αν έβλεπα μόνο αυτές τις στιγμές, όντως η αλήθεια ήταν ότι η Χριστίνα εργαζόταν και ο Μάρκος έπινε καφέ και γέλαγε. Αυτή όμως ήταν μια αποσπασματική αλήθεια αυτής της στιγμής. Μόνο αυτής της στιγμής.
Θεέ μου, σκέφτηκα, πόσες φορές έχω και εγώ κρίνει ανθρώπους και καταστάσεις, μέσα από την ασφάλεια του παρατηρητή, γνωρίζοντας μόνο ένα μέρος της αλήθειας;
Ακόμα και τώρα που το σκέφτομαι και κρίνω με τη σειρά μου αυτό το ζευγάρι, πόσα ξέρω και πόσα δεν ξέρω ;
Εσύ;
Πως τα πας με τις αποσπασματικές αλήθειες και τις κρίσεις;